“Νέοι κανόνες για την εκλογή του προέδρου”

ΦΕΒ 23, 2008

Τη μέρα που τα μέλη του ΠΑΣΟΚ ψηφίζουν για την εκλογή συνέδρων, η Άννα Διαμαντοπούλου, με αφορμή την τραυματική εμπειρία που έζησε το ΠΑΣΟΚ την 11η Νοεμβρίου, προτείνει αλλαγές στη διαδικασία. Όπως: Η εσωκομματική προεκλογική περίοδος να μην ξεπερνά τις 20 μέρες. Στο διάστημα αυτό χρέη προέδρου να εκτελεί στέλεχος ευρείας αποδοχής. Οι υποψήφιοι να παρουσιάζουν τις θέσεις τους στο Εθνικό Συμβούλιο. Να μην υπάρχουν τηλεοπτικές αναμετρήσεις υποστηρικτών των υποψήφιων προέδρων. Τέλος, κάθε υποψήφιος να καταθέτει οικονομικό προγραμματισμό και απολογισμό.

Τρεις μήνες μετά την 11η Νοεμβρίου, τα πράγματα για το ΠΑΣΟΚ δεν πάνε καλά. Μήπως ισχύει αυτό που είχε πει προ ετών η Μ. Μερκούρη ότι «δεν αρέσετε πια»;

 

Η Μελίνα το είπε, ήταν αλήθεια, και αλλάξαμε. Αυτό θα κάνουμε και τώρα. Το Συνέδριο μας είναι μια ευκαιρία για ηθική ανάταση, αξιόπιστη πρόταση, μια νέα συσπείρωση και δυνατή παρουσία.

 

Η σύγκρουση για την αρχηγία άφησε πολλά τραύματα. Κάθε φορά που θα εκλέγεται νέος πρόεδρος αυτό θα γίνεται;

 

Η εκλογή Προέδρου με τη συμμετοχή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών είναι ένα σημαντικό κεκτημένο. Μια νέα εμπειρία που έδειξε ότι χρειάζονται αυστηροί κανόνες και ενημερωμένα μητρώα εκλογέων.

 

Τι πρέπει ν’ αλλάξει;

 

Θεωρώ ότι η εσωκομματική προεκλογική περίοδος πρέπει να είναι μικρή – έως 20 μέρες – ώστε να είναι δυνατή μεταβατική προεδρία από στέλεχος ευρείας και κοινής αποδοχής, οι υποψήφιοι να παρουσιάζουν τις θέσεις τους στο Εθνικό Συμβούλιο, με ευρεία τηλεοπτική δημοσιότητα, και σε περιφερειακές εκδηλώσεις με ευθύνη των κομματικών οργάνων, χωρίς τηλεοπτικές αναμετρήσεις στελεχών-υποστηρικτών των υποψήφιων προέδρων, με εφορευτικές επιτροπές από θεσμοθετημένους εκπροσώπους των υποψηφίων, με κάθε υποψήφιο υποχρεωμένο να καταθέτει οικονομικό προγραμματισμό και απολογισμό. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι στην διαδικασία εκλογής θα κυριαρχεί η αντιπαράθεση θέσεων με πολιτικά χαρακτηριστικά, που αποτρέπει διχαστικά φαινόμενα και εξασφαλίζει την εσωτερική συνοχή και την επόμενη μέρα. Χρειάζεται ένα σταθερό και συμφωνημένο από το Συνέδριο πλαίσιο.

 

Εσωκομματική ειρήνη έχετε, μόνο που δεν βλέπουμε τα ευεργετικά αποτελέσματά της. Γιατί;

 

Η εσωκομματική νηνεμία είναι αναγκαία αλλά όχι ικανή προϋπόθεση για την ανασύνταξη δυνάμεων. Θέλουμε περισσότερη συλλογικότητα, περισσότερη και ενεργή συμμετοχή, και βέβαια έμπνευση.

 

Κάθε φορά που «σκάει» ένα θέμα στην επικαιρότητα το ΠΑΣΟΚ «καταφέρνει» να πρωταγωνιστεί αρνητικά εξαιτίας των αντιφατικών δηλώσεων των στελεχών του.

 

Η ενιαία έκφραση στα θέματα επικαιρότητας, προϋποθέτει πολιτική κατεύθυνση αλλά κυρίως αυτοσυγκράτηση και ενημέρωση εαυτών και αλλήλων. Οι πολίτες σε κάθε ευκαιρία μας στέλνουν προσωπικά και συλλογικά μηνύματα αμφισβήτησης του τρόπου λειτουργίας μας. Ήρθε η ώρα να το πάρουμε σοβαρά υπόψη.

 

Στο παρελθόν η Αριστερά κατηγορούσε το ΠΑΣΟΚ ότι «λεηλατούσε» τις ιδέες της και το ακροατήριό της. Τώρα είστε εσείς στη θέση του κατηγόρου. Εκτός από τον ανταγωνισμό υπάρχει και η συνεργασία…..

 

Προφανώς, αλλά αυτό προϋποθέτει ο καταγγελτικός λόγος να παραχωρήσει την θέση του στον δημιουργικό λόγο. Αυτόν που εντοπίζει προβλήματα, θέτει τα ζητήματα, παράλληλα όμως δίνει και απαντήσεις, προτείνει λύσεις. Ας σταθούμε στα βασικά. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που εκφράζει δυνάμεις του Κέντρου και της Αριστεράς και έχει σαν στόχο της διακυβέρνηση της χώρας. Έχει καταθέσει συγκεκριμένο προγραμματικό πλαίσιο θέσεων πάνω στο οποίο μπορούμε και να συζητήσουμε, αλλά και να συμφωνήσουμε με την Αριστερά με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Η πραγματική πολιτική δεν γίνεται με «πειρατές» και «λεηλασίες», αλλά με κόμματα και πολιτικούς που τολμούν, δεσμεύονται και υλοποιούν, αναλαμβάνοντας ευθύνες.

«Με το ΠΑΣΟΚ, όπως είναι, δεν υπάρχει περίπτωση προγραμματικού διαλόγου» λένε στον ΣΥΡΙΖΑ. Έχετε πρόθεση να αλλάξετε;

 

Προσλαμβάνω έναν δογματισμό στις επίσημες παρεμβάσεις των κυρίων Τσίπρα και Αλαβάνου στο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, που αποτυπώνεται και στην ερώτησή σας. Είναι το άλλοθι ή η αιτία του καταγγελτικού λόγου; Εμείς επιμένουμε δημιουργικά..

 

Γιατί όλος αυτός ο «πανικός» με την εκλογή Τσίπρα;

 

Κανένας πανικός, Το θετικό για το πολιτικό σύστημα, με την εκλογή Τσίπρα είναι ότι θα υποχρεώσει όλα τα κόμματα να δώσουν χώρο και ρόλο στη γενιά των τριαντάρηδων, όπως είχε γίνει και με την εκλογή μιας νέας γυναίκας, της Μαρίας Δαμανάκη στην ηγεσία του Συνασπισμού, Ως ηγέτης, ο κ. Τσίπρας θα κριθεί από την επιλογή για μια Αριστερά που θέλει να αλλάξει τον κόσμο ή αυτή της απλής διαμαρτυρίας. Θα δείξει…..

 

Στην Ευρώπη δοκιμάζεται και η πολιτική των συναινέσεων, στα βασικά θέματα, ανάμεσα στα μεγάλα κόμματα. Στο κόμμα σας θεωρείται έγκλημα καθοσιώσεως η περίπτωση συνεννόησης με την Νέα Δημοκρατία.

 

Δεν θεωρώ «έγκλημα» την συνεννόηση με οποιοδήποτε κόμμα πάνω σε συγκεκριμένο θέμα, αντίθετα είναι αναγκαίος ο ουσιαστικός διάλογος, ακόμη και η συναίνεση. Όμως των επιμέρους θεμάτων προηγείται η λειτουργία του πολιτεύματος, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία και η αποτελεσματική διακυβέρνηση της χώρας, και εδώ η συγκυβέρνηση των μεγάλων θεωρώ ότι δεν βοηθά.

 

Το κίνημα της Παιδείας πέτυχε να αποτρέψει τη μεταρρύθμιση της κυβέρνησης. Ένα χρόνο μετά τα Πανεπιστήμια είναι στο ίδιοι κακό σημείο.

 

Στα Πανεπιστήμια χρειάζεται μια συνολική μεταρρύθμιση που να οδηγεί στην πραγματική αυτοτέλειά τους, με στοιχεία όπως: επιλογή του σχήματος διοίκησής τους, του τρόπου εκλογής των εκλεκτόρων και της διαχείρισης του προϋπολογισμού τους, αλλά ταυτόχρονα ένα αξιόπιστο και αποτελεσματικό σύστημα λογοδοσίας και αξιολόγησης. Υπάρχουν ανήσυχα και φωτισμένα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, υπάρχουν εντυπωσιακές φωνές με ιδέες, απόψεις και αποφασιστικότητα για μεγάλες αλλαγές προς τα εμπρός, με στόχο ένα δημόσιο Πανεπιστήμιο αντάξιο των αναγκών, της ιστορίας, της εποχής, της νέας γενιάς. Με αυτές τις δυνάμεις μπορούμε να δημιουργήσουμε μια πολιτική και κοινωνική συναίνεση.

 

Ναι, αλλά αυτές οι δυνάμεις δεν δίνουν τον τόνο…

 

Αρνούμαι ότι ορισμένες δυνάμεις με εργαλείο τη βία και το πρόσχημα της απόλυτης έκφρασης των «λαϊκών συμφερόντων» μπορούν να δημιουργούν στα πανεπιστήμια μια εικόνα φόβου και παραίτησης.

 

Συμφωνείτε με την πρόταση Σημίτη για αλλαγή της στρατηγικής στο θέμα της Τουρκίας;

 

Είναι χρήσιμη η επισήμανση του κ. Κ. Σημίτη ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει και η χώρα δεν μπορεί να παραμένει με το σχέδιο της προηγούμενης δεκαετίας. Ιδιαίτερα με τις εξελίξεις στα Βαλκάνια εκτιμώ ότι υπάρχει ανάγκη για ένα επεξεργασμένο σχέδιο για τα περιφερειακά σύνολα της Ε.Ε. – όπως η ΝΑ Ευρώπη – με τη συμμετοχή και των ίδιων των χωρών της περιοχής. αλλά και της Ε.Ε. που να οδηγεί σε μια διεύρυνση με χρονοδιάγραμμα και δεσμεύσεις. Η Κυβέρνηση έπρεπε να είχε ήδη επιδιώξει μια «Συμφωνία Θεσσαλονίκης Νο 2», αντίστοιχη εκείνης του 2003 που έθετε το πλαίσιο της σταδιακής ενσωμάτωσης των δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε.

 

Σχετικά με την Τουρκία;

 

Όσον αφορά όμως την Τουρκία εκτιμώ ότι η προοπτική της ένταξης είναι μια στρατηγική επιλογή για την Ευρώπη, την Τουρκία και την Ελλάδα και ως τέτοια έχει μεγάλο βάθος χρόνου, και δεν πρέπει να επηρεάζεται από τις συγκυρίες. Τα επίσημα κείμενα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο «ειδικής σχέσης», ωστόσο ο στόχος της ένταξης πρέπει να διατηρηθεί γιατί μόνο αυτός μετασχηματίζει ουσιαστικά το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας, γεγονός που μακροπρόθεσμα εξυπηρετεί όλες τις πλευρές

 

 

Το Σκοπιανό βρίσκεται ξανά στο προσκήνιο. Αυτή τη φορά έχουμε την πρόταση για διπλή ονομασία.

 

Η ΝΔ τέσσερα χρόνια τώρα δεν κατάφερε να προσαρμόσει την Βαλκανική στρατηγική στις εξελίξεις και στα δεδομένα της εποχής. Ελλιπής ευρωπαϊκή και Βαλκανική παρουσία κατέστησαν την Ελλάδα ένα μη ισχυρό «παίχτη». Σήμερα συζητείται ένας συμβιβασμός. Όταν η χώρα αποδέχεται έναν συμβιβασμό αυτό προϋποθέτει ότι έχει βραχυχρόνια ή τουλάχιστον μακροχρόνια οφέλη. Η αποδοχή της διπλής ονομασίας, δηλαδή το συνταγματικό όνομα για διμερείς σχέσεις και άλλο όνομα για τους διεθνείς οργανισμούς όχι μόνο δεν θα επιλύσει το πρόβλημα, αλλά αφενός θα διαιωνίσει την εκκρεμότητα μεταξύ των δύο χωρών και θα στερήσει από την Ελλάδα τη χρήση διπλωματικών εργαλείων. Γι’ αυτό και πρέπει να απορριφθεί με τη χρησιμοποίηση κάθε διπλωματικού μέσου. Η διαπραγμάτευση είναι σε εξέλιξη, χρειάζεται από όλους υπευθυνότητα, προσοχή και σύνεση και βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις διεθνείς διαπραγματεύσεις η τοποθέτηση της αντιπολίτευσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από όλα τα μέρη. Όσον αφορά όμως τη στρατηγική η απάντηση για τα Βαλκάνια δεν μπορεί παρά να είναι ένα “big bang” που θα εντάσσει όλα τα Δυτικά Βαλκάνια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελλάδα πρέπει σταθερά να κινείται σ’ αυτή την τροχιά.

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Συνέντευξη στην Athens Voice και τη Σώτη Τριανταφύλλου

ΟΚΤ 2, 2024

Συνέντευξη στο pagenews.gr και τη Σοφία Χύτου

ΟΚΤ 2, 2024

Συνέντευξη στη Ναυτεμπορικής και τον Τάσο Παππά

ΟΚΤ 1, 2024